Saturday, August 31, 2024

Πίτκερν: Οι 47 απόγονοι του Μπάουντι με τη σκοτεινή ιστορία


 Ποια είναι η πιο μικρή σε πληθυσμό αποικία στον κόσμο; Η απάντηση είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρη. Το νησί Πίτκερν, η μοναδική πια αποικία της Μεγάλης Βρετανίας στον Ειρηνικό Ωκεανό, έχει μόνο 47 (!) κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2021. Μάλιστα, νεότερες πληροφορίες φέρνουν τους μόνιμους κατοίκους του να έχουν μειωθεί στους 35 το 2024.

🔎Αυτή η χούφτα ανθρώπων έχουν αυτοδιοίκηση, διότι δεν μπορούν να έχουν κάτι άλλο. Μια ματιά στον παγκόσμιο χάρτη θα σας πείσει. Το Πίτκερν είναι το πιο απομονωμένο κατοικημένο νησί στον κόσμο, χαμένο στην απεραντοσύνη του Ειρηνικού, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την Ταϊτή ή το Νησί του Πάσχα, τα οποία θεωρούνται κι αυτά απομονωμένα.

🔎Το νησί Πίτκερν, μάλιστα, είναι μια σταλιά από μόνο του, έχει έκταση μόλις 4,6 τετραγωνικά χιλιόμετρα, είναι περίπου σαν την Κίναρο των Δωδεκανήσων, διάσημη για τη μοναδική της κάτοικο, την κυρά-Ρηνιώ. Βεβαίως τυπικά η βρετανική αποικία έχει έκταση περίπουν 47 τ.χλμ., κι αυτό διότι η Βρετανία «πρόσθεσε» στη διοίκηση του Πίτκερν και την ευθύνη τριών άλλων ακατοίκητων νησιών που ανήκουν στο στέμμα, αλλά βρίσκονται πολύ μακριά.

🔎Όσο μικρός είναι ο πληθυσμός του νησιού Πίτκερν, τόσο μεγάλη είναι και η ιστορία του. Άμεσα συνδεδεμένη μ’ ένα συγκλονιστικό γεγονός της βρετανικής ναυτικής ιστορίας, την ανταρσία του Μπάουντι, το οποίο αποτυπώθηκε πολλές φορές σε κινηματογραφική ταινία, με διάσημους πρωταγωνιστές όπως ο Κλαρκ Γκέιμπλ, ο Έρολ Φλιν, ο Μάρλον Μπράντο και πιο πρόσφατα ο Άντονι Χόπκινς και ο Μελ Γκίμπσον.

🔎Πολλά κομμάτια αυτής της ιστορίας είναι πολύ σκοτεινά. Και παρέμειναν σκοτεινά μέχρι τις ημέρες μας. Οι κατηγορίες για σεξουαλική κακοποίηση, ομαδικούς βιασμούς, μέχρι και αιμομιξία, χάλασαν την μάλλον ειδυλλιακή εικόνα που είχε στο μυαλό του ο πολύς κόσμος από τις κινηματογραφικές ταινίες.

🔎Ας το πάρουμε από την αρχή: Το νησί Πίτκερν, απομονωμένο καθώς είναι, ούτως ή άλλως είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστεί, επειδή το υψηλότερο σημείο του ίσα που αγγίζει τα 330 μέτρα, περίπου δηλαδή όσο τα Τουρκοβούνια στην περιοχή του Γαλατσίου Αττικής. Δύσκολα το βλέπεις από τον ορίζοντα.

🔎Θεωρητικά, το νησί το είδε πρώτος ο Πορτογάλος θαλασσοπόρος Πέδρο Φερνάντες ντε Κεϊρόζ το 1606 και το ονόμασα Σαν Χουάν Μπαουτίστα (Άγιος Ιωάννης Βαπτιστής), αν και κανείς δεν παίρνει πια όρκο ότι πρόκειται γι’ αυτό το νησί και όχι για άλλο ακατοίκητο. Επισήμως το όνομά του το πήρε στις 3 Ιουλίου 1767 από το πολεμικό πλοίο Χελιδόνι (Swallow). Μάλιστα, σ’ αυτή την περίπτωση παραβιάστηκε η άγραφη παράδοση: Ο καπετάνιος του πλοίου Τζον Κάρτερετ δεν έδωσε το δικό του όνομα στο νησί, αλλά του Ρόμπερτ Πίτκερν, του 15χρονου δόκιμου καπετάνιου που είχε βάρδια εκείνη την ώρα που παρουσιάστηκε το νησί μπροστά τους.

🔎Ο μεγαλόψυχος καπετάνιος έκανε, όμως, ένα μεγάλο λάθος στο στίγμα του νησιού. Ενώ το γεωγραφικό πλάτος ήταν σχεδόν απόλυτα ακριβές, στο γεωγραφικό μήκος λάθεψε κατά τρεις μοίρες. Το λάθος μοιάζει μικρό, αλλά τρεις μοίρες στον παγκόσμιο χάρτη είναι περίπου 330 χιλιόμετρα μακριά. Βάζεις κάτι ότι είναι στην Αθήνα κι αυτό βρίσκεται στη Λάρισα.

🔎Γι’ αυτό και, όταν το 1773 ο μεγάλος Τζέιμς Κουκ, που όργωσε τον Ειρηνικό με πολλά ταξίδια για λογαριασμό της Βρετανίας, δεν το βρήκε το νησί εκεί που είχε σημειωθεί.

🔎Αυτό το μεγάλο λάθος ήταν και το κλειδί της αποίκισής του, από τους αντάρτες του Μπάουντι, ενός εμπορικού πλοίου που μετατράπηκε σε πολεμικό και χρησιμοποιήθηκε για μια συγκεκριμένη αποστολή, πριν καταλήξει στον πάτο της θάλασσας μετά την ανταρσία κατά του καπετάνιου του, το καλοκαίρι του 1790.

🔎Η ιστορία, για όσους έχουν δει είτε την παλαιότερη, είτε τη νεότερη ταινία, είναι λίγο πολύ γνωστή: To πλοίο αναχώρησε το 1787 από το Πλίμουθ  για τον Ειρηνικό, προκειμένου να εφοδιαστεί με ρίζες αρτόδεντρων. Αυτές οι ρίζες θα μεταφέρονταν στην Καραϊβική, όπου τα αρτόδεντρα θα μεταφυτεύονταν και, αν κατάφερναν να ευδοκιμήσουν, θα αποτελούσαν μια πολύ φτηνή τροφή για τους σκλάβους, τόσο στα νησιά, όσο και στον αμερικανικό νότο. Καπετάνιος του πλοίου ήταν ο Ουίλιαμ Μπλάι και δεύτερος καπετάνιος ο στενός του φίλος, αν και δέκα χρόνια μικρότερος, Φλέτσερ Κρίστιαν.

🔎Τι ακριβώς έγινε στο ταξίδι είναι αμφιλεγόμενο. Οι ναύτες και αξιωματικοί που επαναστάτησαν κατά του καπετάνιου μετέφεραν ένα κλίμα ακραίας πειθαρχίας, που έφτανε μέχρι το βασανισμό τους. Ότι ο καπετάνιος τους τιμωρούσε σκληρά για τα παραμικρά παραπτώματα, μέχρι που στο ταξίδι της επιστροφής μείωσε τις μερίδες του νερού για το πλήρωμα στο μισό, για να περισσέψει νερό να ποτίζει τα αρτόδεντρα. Χώρια ότι ήταν μεγαλομανής, ήθελε να καβατζάρει το πολύ επικίνδυνο ακρωτήριο Χορν στο νότιο άκρο της Αμερικής και να «κόψει δρόμο» για την επιστροφή, κάτι που τελικά δεν έγινε.

🔎Η πλευρά του καπετάνιου πάλι τόνισε ότι συγκεκριμένοι αξιωματικοί και μέλη του πληρώματος «γλυκάθηκαν» από την εξωτική Ταϊτή (απ’ όπου πήραν τα αρτόδεντρα), την ελευθεριότητα των γυναικών κυρίως, και στην τετράμηνη παραμονή τους εκεί έκαναν σχέσεις με ντόπιες γυναίκες και τους καρφώθηκε η ιδέα να μείνουν για πάντα εκεί, κάτι που το επεδίωξαν, γι’ αυτό επαναστάτησαν.

🔎Η αλήθεια πιθανότατα βρίσκεται κάπου στη μέση. Το σίγουρο είναι ότι η ανταρσία έγινε το 1790 με αρχηγό τον Κρίστιαν. Ο καπετάνιος Μπλάι και τα πιστά σ’ αυτόν μέλη του πληρώματος με μια μικρή βάρκα διέσχισαν σχεδόν όλο τον Ειρηνικό για να φτάσουν στα (τότε ελεγχόμενα από την Ολλανδία) νησιά Τιμόρ και από εκεί στην Αγγλία, όπου κατήγγειλαν την ανταρσία. Ο Κρίστιαν γύρισε στην Ταϊτή, όπου παντρεύτηκε μάλιστα την ιθαγενή Μαϊμίτι (κόρη του ντόπιου αρχηγού) και φοβούμενος ότι θα τον ψάξουν οι βρετανικές αρχές έφυγε με το πλοίο, άλλα εννέα μέλη του πληρώματος και 20 Ταϊτινούς προς αναζήτηση του αγνώστου.

🔎(Σημείωση: Επίσης δεν έχει διευκρινιστεί αν οι Ταϊτινοί, εκτός από τις γυναίκες με τις οποίες είχαν σχέσεις οι Άγγλοι, ακολούθησαν με τη θέλησή τους. Σε κάποιες πηγές αναφέρονται ως «σκλάβοι»).

🔎Το «άγνωστο» τελικά ήταν το νησί Πίτκερν. Το Μπάουντι έπεσε πάνω του κατά τύχη, και ο Κρίστιαν διαπίστωσε ότι αποτελούσε την τέλεια κρυψώνα, δεδομένου ότι σε όλους τους βρετανικούς χάρτες είχε καταγραφεί πάνω από 300 χιλιόμετρα ανατολικότερα! Για να μην υπάρξει, μάλιστα, καμία δεύτερη σκέψη, με το που αποβιβάστηκαν εκεί ο Κρίστιαν έδωσε εντολή να κάψουν το πλοίο. Το κουφάρι του βρίσκεται ακόμα και σήμερα στον πάτο του κόλπου Πίτκερν.

🔎Ακόμα πιο σκοτεινό και θολό είναι το τι ακριβώς έγινε μετά. Η επόμενη επαφή των ανταρτών του Μπάουντι με Ευρωπαίους έγινε 18 χρόνια αργότερα, αφού όσα καράβια πέρασαν από το Πίτκερν δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να προσεγγίσουν. To αμερικανικό πλοίο Τοπάζι έφτασε εκεί και βρήκε ζωντανό μόνο έναν από τους ορίτζιναλ αντάρτες. Ο οποίος, μάλιστα, δεν θέλησε να δώσει και πολλά στοιχεία.

🔎Όπως φάνηκε από μαρτυρίες των γυναικών και των απόγονων που ήταν στο νησί, υπήρξαν εξαρχής διαμάχες μεταξύ των Βρετανών ανταρτών και των Ταϊτινών που τους είχαν ακολουθήσει, κι αυτές εξελίχθηκαν σε αιματηρές συμπλοκές, έναν μίνι εμφύλιο πόλεμο. Σε μια τέτοια συμπλοκή σκοτώθηκε ο Φλέτσερ Κρίστιαν, ο αρχηγός της ανταρσίας, μόλις στα 28 του χρόνια. Οι περισσότεροι από τους αντάρτες σκοτώθηκαν σ’ εκείνες τις ταραχές. Αλλά οι απόγονοί βρήκαν τον τρόπο να ζήσουν ειρηνικά. Δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς.

🔎Ο μοναδικός επιζών τότε, ονόματι Τζον Άνταμς, θα έπρεπε να μεταφερθεί στην Αγγλία για να δικαστεί, αλλά του δόθηκε χάρη.

🔎Το νησί έγινε επισήμως βρετανική αποικία το 1838 και υπήρξε μια από τις πρώτες περιοχές του κόσμου που οι γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου.

🔎Οι κάτοικοι το 1856 έκαναν επίσημη αίτηση βοήθειας. Οι πάντα πρακτικοί Βρετανοί τους πρότειναν κάτι πολύ ακραίο: Να απαρνηθούν το νησί τους και να «μετακομίσουν» στο νησί Νόρφολκ, περίπου 6.000 χιλιόμετρα δυτικότερα (!), όπου θα ήταν πολύ πιο κοντά στη Νέα Ζηλανδία και την Αυστραλία. Προς γενική κατάπληξη, όλοι ανεξαιρέτως δέχτηκαν! Οι 193 κάτοικοι μπήκαν σ’ ένα καράβι στις 3 Μαϊου και μετά από πέντε εβδομάδες έφτασαν στο Νόρφολκ.

🔎Μετά από 18 μήνες, 17 κάτοικοι αποφάσισαν να επιστρέψουν στο Πίτκερν. Μέσα στην επόμενη πενταετία τους ακολούθησαν ακόμα 27. Αυτοί οι 44 ήταν η «μαγιά» του πληθυσμού που παραμένει ακόμα και σήμερα.

🔎Οι σκόρπιες πληροφορίες που έρχονταν από το νησί από τότε έδιναν την εντύπωση ενός παραδείσου. Με μονιασμένους κατοίκους, που λειτουργούσαν σαν μια μεγάλη οικογένεια, και δεν επεδίωκαν πολλές επαφές με τον έξω κόσμο, όπως οι προγονοί τους. Μάλιστα υπήρχαν και πολύ αυστηροί νόμοι, όπως π.χ. απαγόρευση κατανάλωσης αλκοόλ και καπνού για τους κάτω των 23 ετών. Επίσης οι δημόσιοι χοροί (!) επιτρέπονταν μόνο σε μερικές περιπτώσεις κάθε χρόνο. Το νησί έφτασε να έχει 233 κατοίκους το 1937, τους περισσότερους που είχε ποτέ. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι συγκοινωνίες έγιναν πιο εύκολες, πολλοί νεότερης ηλικίας αποφάσισαν να μεταναστεύσουν στην Αυστραλία ή τη Νέα Ζηλανδία. Αλλά η εικόνα παρέμεινε ίδια, αυτή του απομονωμένου παραδείσου.

🔎Όλα αυτά μέχρι το λυκόφως του περασμένου αιώνα. Το 1999 άρχισαν να δημοσιοποιούνται οι πρώτες κατηγορίες που προκάλεσαν σοκ. Μία γυναίκα τόλμησε να μιλήσει για σεξουαλική κακοποίηση σε μικρή ηλικία, ένας κρατικός υπάλληλος το πήρε τόσο σοβαρά, ώστε να ειδοποιήσει τις αρχές και έγιναν ανακρίσεις σε όλους τους κατοίκους (τότε είχαν μείνει περίπου 60). Κι ήλθαν στο φως σκηνές φρίκης, που εκτυλίσσονταν επί δεκαετίες.

🔎Με λίγα λόγια, η ζωή των γυναικών για ποιος ξέρει πόσο καιρό ήταν η εξής: Με το που βίωναν την πρώτη τους έμμηνο ρύση, περίπου στα 12 τους χρόνια, γίνονταν αυτομάτως «διαθέσιμες» για κάθε άνδρα του νησιού, εννοείται παρά τη θέλησή τους τις περισσότερες φορές. Καταγγέλθηκαν και περιστατικά ομαδικών βιασμών σε τέτοια τρυφερή ηλικία. Οι περισσότερες γίνονταν μητέρες πριν τα 15 τους χρόνια και γιαγιάδες πριν τα 30.

🔎Το πιο ανατριχιαστικό είναι ότι και οι μεγαλύτερες γυναίκες είχαν συμβιβαστεί μ’ αυτή την πρακτική και καλούσαν τις νεότερες «να μην διαμαρτύρονται». Και οι άνδρες που ανακρίθηκαν απαντούσαν με το απίστευτο επιχείρημα ότι «η φύση προστάζει να αντιμετωπίζουμε τη γυναίκα ως γυναίκα από τα 12, εμείς ακολουθούμε τους φυσικούς κανόνες»!

🔎Όπως αποδείχτηκε, αρκετοί από τους κρατικούς υπαλλήλους ή ταξιδιώτες που είχαν επισκεφθεί περιστασιακά το νησί είχαν καταλάβει τι γινόταν, αλλά κανείς δεν μιλούσε. Με την πεποίθηση ότι είναι ένα «εσωτερικό θέμα» της κοινωνίας τους και δεν τους έπεφτε λόγος!

🔎Το 2004 έξι άνδρες κάτοικοι του νησιού καταδικάστηκαν σε πολυετή φυλάκιση και μάλιστα γι’ αυτό το λόγο χτίστηκε ένα σπίτι-φυλακή. Το 2010 οι ποινές μετατράπηκαν σε κατ’ οίκον περιορισμό. Τα περιστατικά λέγεται ότι έχουν σταματήσει, αν και πολλοί ακόμα κάτοικοι (κυρίως γυναίκες) έφυγαν από το νησί και δεν έχουν την παραμικρή διάθεση να επιστρέψουν.

🔎Οι συνθήκες ζωής, βέβαια, έχουν φτιάξει. Υπάρχει ρεύμα (κυρίως φωτοβολταϊκά, αλλά και γεννήτριες με ντίζελ), τηλεφωνικές κεραίες, αναμεταδότης τηλεόρασης, ίντερνετ κτλ. Αλλά η απομόνωση δεν καταπολεμάται εύκολα.

🔎Η Βρετανία έχει προσπαθήσει να στήσει κάποια οικονομική δραστηριότητα, που θα κρατήσει τον κόσμο στο νησί. Το τελευταίο που εφαρμόστηκε είναι η εκτεταμένη μελισσοκομία. Αν και το μέλι που παράγει το νησί είναι νοστιμότατο, εντούτοις δεν μπορεί να γίνει ανταγωνιστικό εμπορικά λόγω του υψηλότατου μεταφορικού κόστους. Οι μόνες πηγές εισοδήματος είναι ο τουρισμός (ελεγχόμενος απόλυτα, αφού οι λιγοστοί ταξιδιώτες μένουν στα σπίτια των οικογενειών και δεν υπάρχει ξενοδοχείο) και κάποιες υποτυπώδεις καλλιέργειες.

🔎Σύμφωνα με έρευνα που έκαναν από κοινού Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία στους μετανάστες από το νησί που ζουν στο έδαφός τους, οι περισσότεροι νησιώτες έχουν ρίξει μαύρη πέτρα. Μόνο τρεις (!) από τους πάνω από 150 ερωτώμενους απάντησαν ότι θα τους ενδιέφερε να επιστρέψουν. Αν δεν γίνει κάτι, το 2050 υπολογίζεται ότι θα υπάρχουν μόνο τρεις ενήλικες κατάλληλοι για εργασία και ο πληθυσμός θα έχει εκμηδενιστεί.

Wednesday, August 28, 2024

Null Island, η διεθνής...Ψίμυθος στο σημείο Μηδέν!


H Ψίμυθος, το ανύπαρκτο νησί του Αιγαίου, έγινε viral πριν λίγες ημέρες. Θες από άγνοια, θες από χιούμορ, θες από αδιαφορία, ένας τόπος που δεν υπάρχει απέκτησε ξαφνικά μάζα και όγκο. Πόσοι από σας γνωρίζουν, όμως, ότι υπάρχει και… διεθνής Ψίμυθος, και μπερδεύει τον κόσμο εδώ και δεκαετίες;

🔎Null Island. Έτσι ονομάζεται. Το Νησί του Τίποτα, του Μηδέν. Κάτι που δεν υπάρχει, που δεν είναι νησί, ούτε καν βράχος, ύφαλος, κάτι που να μοιάζει με ξηρά. Κι όμως, είναι καταχωρημένο στο Natural Earth, την ιντερνετική συλλογή γεωφυσικών χαρτών που απεικονίζουν όλη την ξηρά της υφηλίου, ακόμα και την πιο μικρή βραχονησίδα.

🔎Το Natural Earth δεν είναι ένα καλαμπούρι, υποστηρίζεται από τη North American Cartographic Information Society και προσφέρει δημόσιους ακριβείς χάρτες στο κοινό εδώ και δεκαετίες, σε διαφορετικές κλίμακες.

🔎Το Null Island βρίσκεται ακριβώς εκεί που λέει το όνομά του. Στο σημείο απόλυτο μηδέν. Εκεί που ξεκινάει να μετράει το γεωγραφικό μήκος και το γεωγραφικό πλάτος, οι περίφημες «συντεταγμένες», που καθορίζουν (και ηλεκτρονικά) τη θέση οποιουδήποτε προσώπου και αντικειμένου στον πλανήτη. Το σημείο Μηδέν είναι ακριβώς εκεί που διασταυρώνεται ο Ισημερινός, η νοητή γραμμή που χωρίζει τη γη σε βόρειο και νότιο ημισφαίριο, με τον μεσημβρινό του Γκρίνουιτς, αυτόν που έχουν συμφωνήσει όλοι να αναγνωρίζουν ως 1ο.

🔎Αυτές οι δύο νοητές γραμμές διασταυρώνονται στον Κόλπο της Γουινέας, σε μια θαλάσσια περιοχή ανοιχτά της Αφρικής. Ακριβώς νότια της Άκκρα, πρωτεύουσας της Γκάνας, και δυτικά από το νησιώτικο σύμπλεγμα του Σάο Τομέ ε Πρινσίπε. Από εκεί ξεκινούν οι διεθνείς υπηρεσίες να μετρούν το στίγμα για οτιδήποτε βρίσκεται στη Γη, κινητό ή ακίνητο.

🔎Τι υπάρχει σ’ αυτό το περίφημο σημείο μηδέν; Για δεκαετίες ολόκληρες δεν υπήρχε τίποτα, μόνο θάλασσα. Και μάλιστα, θάλασσα βαθιά. Το βάθος του πυθμένα στο σημείο μηδέν μετρήθηκε στα 4.940 μέτρα. Η πιο κοντινή ξηρά είναι μία βραχονησίδα στα βόρεια, σε απόσταση 570 χιλιομέτρων (πιο μακριά από το Αθήνα-Θεσσαλονίκη), που ανήκει στη Γκάνα.

🔎Το 1997 τοποθετήθηκε ακριβώς στο σημείο μηδέν μια μετεωρολογική σημαδούρα. Για την ακρίβεια ποντίστηκε εκεί, με μια αλυσίδα και άγκυρα. Αυτή κι άλλες 16 τέτοιες σημαδούρες, εφοδιασμένες με το σύστημα ATLAS (Autonomous Temperature Line Acquisition System) ποντίστηκαν σ’ ένα πρόγραμμα που ονομάστηκε PIRATA (Prediction and Research Moored Array in the Atlantic), και το οποίο χρηματοδότησαν από κοινού οι ΗΠΑ, η Γαλλία και η Βραζιλία. Η σημαδούρα έχει συνολικό ύψος 3,8 μέτρα.

🔎Έναν χρόνο αργότερα οι αρχές που παρακολουθούσαν το πρόγραμμα PIRATA διαπίστωσαν ότι η σημαδούρα έλειπε! Τι είχε συμβεί; Κάποιος την έκλεψε; Έσπασε η αλυσίδα και χάθηκε στην απεραντοσύνη του Ατλαντικού; Κανείς δεν έμαθε ποτέ. Η σημαδούρα αντικαταστάθηκε και συνεχίζει να μένει εκεί, αν και δεν υπάρχει πια κανένας λόγο, τυπικά παροπλίστηκε το 2021 με το τέλος του προγράμματος. Τα μετεωρολογικά στοιχεία αντλούνται πλέον από αλλού.

🔎Ωραία, κι απ’ όλα αυτά τα επιστημονικά πώς προέκυψε ο μύθος για το νησί; Ουσιαστικά αυτός ο μύθος καλλιεργήθηκε και γιγαντώθηκε απολύτως από την τεχνολογία. Η συγκεκριμένη τοποθεσία (που στους αριθμούς του γεωγραφικού μήκους και πλάτους αναφέρεται φυσικά ως «0,0») φέρεται να είναι το μέρος όπου «βρίσκονται» εκατομμύρια πράγματα στον πλανήτη που (ηλεκτρονικά, πάντα) θα έπρεπε να έχουν συντεταγμένες αλλά δεν έχουν!

🔎Ένα παράδειγμα: Ένα καινούργιο αεροσκάφος, το οποίο βγαίνει από το εργοστάσιο, αποκτά «αριθμό μητρώου», πριν ακόμα αγοραστεί επισήμως από κάποια εταιρεία. Μέσα στην καρτέλα, στην οποία αναγράφονται τα πλήρη στοιχεία του αεροσκάφους, υπάρχει και το πεδίο «συντεταγμένες», για να καθορίζει σε κάθε στιγμή πού βρίσκεται ακριβώς όταν ξεκινήσει τα ταξίδια του. Πριν, όμως, γίνει αυτό, το σύστημα καταχωρεί εξ ορισμού (by default, που λένε) ότι το αεροσκάφος βρίσκεται στο σημείο «0,0». Δηλαδή στο ανύπαρκτο Null Island!

🔎Κάπως έτσι, στον ηλεκτρονικό κόσμο που έχουμε φτιάξει, σε αυτό το σημείο που έχει πάνω του μια σημαδούρα και γύρω-γύρω θάλασσα για εκατοντάδες χιλιόμετρα, θεωρητικά βρίσκονται δεκάδες εκατομμυρίων πράγματα που καταχωρούνται με συντεταγμένες: Από αεροσκάφη και αυτοκίνητα μέχρι κινητά τηλέφωνα και έξυπνα ρολόγια.

🔎Κι αφήνουμε έξω τα «λάθη», όλες τις καταχωρήσεις δηλαδή στις οποίες κάποιος είτε ξέχασε να βάλει συντεταγμένες ή είτε δεν γνωρίζει τις  ακριβείς συντεταγμένες κι άφησε το πεδίο κενό, με συνέπεια να «γεμίσει» το πεδίο εξ ορισμού με την τοποθεσία «0,0»!

🔎Ή για κάποιους που για οποιοδήποτε λόγο θέλουν να κρατήσουν κρυφή την τοποθεσία που βρίσκονται κι έτσι απενεργοποιούν τις συντεταγμένες στο κινητό τους ορίζοντας ότι βρίσκονται στο σημείο μηδέν!

🔎Η Natural Earth έχει μεν καταχωρίσει την τοποθεσία ως ένα νησί, συνολικής έκτασης ενός τετραγωνικού χιλιομέτρου, ακριβώς γι’ αυτό το λόγο: Για να προλάβει λάθη στα ηλεκτρονικά συστήματα. Τα οποία, όσο γίνονται «εξυπνότερα», τόση μεγαλύτερη πιθανότητα υπάρχει να «τρελλαθούν» αν ανακαλύψουν ότι κάτι που έχουν καταγεγραμμένο στη βάση δεδομένων τους βρίσκεται… στην ανοιχτή θάλασσα! Η Natural Earth έχει δώσει σαφή οδηγία να μην χαρτογραφείται το συγκεκριμένο νησί σε καμία περίπτωση.

🔎Ηλεκτρονικά πάντα, αυτό το Null Island που δεν υπάρχει είναι το πιο πυκνοκατοικημένο και το πιο πολυ-επισκέψιμο μέρος της Γης! Όπωσδήποτε μια από τις συσκευές που έχετε στην κατοχή σας και ορίζονται με συντεταγμένες έχει «περάσει» από τη συγκεκριμένη τοποθεσία.

🔎Κατά καιρούς εμφανίζονται στον διεθνή Τύπο άρθρα που έχουν να κάνουν με το Null Island. Η φωτογραφία (Δεκεμβρίου 2022) από το Google Maps όταν «λοκάρει» κάποιος το σημείο και πατήσει πάνω δείχνει μια σκουριασμένη σημαδούρα στα όρια της διάλυσης.

Friday, August 23, 2024

Ο "κλεμμένος φίλος" από το Νησί του Πάσχα που κοιτάζει τα Μάρμαρα του Παρθενώνα


Αυτός είναι ο Χόα Χακανανάι'α.

🔎Στην πολυνησιακή γλώσσα των ιθαγενών του Νησιού του Πάσχα αυτό το όνομα-γλωσσοδέτης σημαίνει "κλεμμένος φίλος".

🔎Ο Χόα Χακανανάι'α, όπως και οι σχεδόν 900 "φίλοι" του, είναι ένα μοάι. Ένα μονολιθικό άγαλμα, λαξευμένο με ιδιαίτερη τεχνική, το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτού του παράξενου, απομονωμένου νησιού, στο μέσο του Ειρηνικού Ωκεανού. Σύμφωνα με την UNESCO, ένα από τα αριστουργήματα της ανθρώπινης διάνοιας, σημάδι ενός ανώτερου πολιτισμού του Ειρηνικού, για τον οποίο υπάρχουν ελάχιστα στοιχεία.

🔎Το μυστήριο που καλύπτει την κατασκευή και (κυρίως) το λόγο κατασκευής των μοάι προσδίδει στη γοητεία τους. Η πιο πιστευτή θεωρία αναφέρει ότι αποδίδουν τα πρόσωπα των προγόνων των ιθαγενών κατοίκων. Σύμφωνα με τις αρχαιολογικές έρευνες που έχουν γίνει, οι κάτοικοι του νησιού του Πάσχα άρχισαν να κατασκευάζουν μοάι περίπου γύρω στο 1.000 μ.Χ. και σταμάτησαν στο 1.600 μ.Χ.

🔎Γιατί σταμάτησαν; Κι αυτό παραμένει μυστήριο, όπως και το γιατί ξεκίνησαν. Ούτε οι ίδιοι οι απόγονοι των ιθαγενών γνωρίζουν την απάντηση.

🔎Και γιατί δεν γνωρίζουν την απάντηση; Γιατί δεν έμεινε κανείς για να απαντήσει!

🔎Το 1772 το νησί, άγνωστο ως τότε, μπήκε στους ευρωπαϊκούς χάρτες. Το ανακάλυψε ο Ολλανδός θαλασσοπόρος Γιάκομπ Ρόγκεφεεν, ανήμερα την ημέρα του Πάσχα, γι' αυτό και το ονόμασε έτσι. Οι ιθαγενείς το ονόμαζαν πάντα «Ράπα Νούι», το Μεγάλο Ράπα, ή «Τε Πίτο Ο Τε Χένουα», που σημαίνει «το τέλος του κόσμου». Αν ρίξετε μια ματιά στον παγκόσμιο χάρτη και εντοπίσετε το Νησί του Πάσχα, θα καταλάβετε γιατί.


🔎Απομονωμένο και χωρίς ενδιαφέρον, με ελάχιστες ευρωπαϊκές παρουσίες ως τη δεκαετία του 1860, το νησί δεν αποτέλεσε τμήμα ούτε της βρετανικής, ούτε της γαλλικής αποικιακής αυτοκρατορίας. Παρ' ότι το επισκέφθηκαν και ο Τζέιμς Κουκ και ο Λαπερούζ, αυτοί που άνοιξαν το δρόμο των αποικιών του Ειρηνικού. Ούτως ή άλλως η καλλιεργήσιμη γη είναι πάρα πολύ μικρή. Τόσο μικρή, που καλλιέργησε μύθους απαξιωτικούς για τους ιθαγενείς και την ιστορία τους.

🔎Με λίγα λόγια: Όταν έφτασαν οι πρώτοι Ευρωπαίοι και θαύμασαν τα μοάι, βάλθηκαν να υπολογίσουν πόσος κόσμος χρειαζόταν για να λαξευτούν οι πέτρες και (κυρίως) να μεταφερθούν από το λατομείο στα παράλια. «Υπολόγισαν», λοιπόν, τελείως αυθαίρετα, ότι το νησί «θα’ πρεπε» να έχει πληθυσμό πάνω από 15.000. Αυτοί βρήκαν 3.000 κατοίκους.

🔎Η αυθαίρετη λογική συμπλήρωσε το κενό: Για να υπήρξε τέτοια «μείωση πληθυσμού», πρέπει να συνέβησαν τρομερά πράγματα στο νησί. Ξεκίνησε, λέει, οικολογική καταστροφή που κατέστρεψε το έδαφος και το έκανε μη καλλιεργήσιμο και συνεχίστηκε με εμφύλιο πόλεμο «για το φαγητό», που ξεκλήρισε το 80% του πληθυσμού. Κι επειδή οι ιθαγενείς για μεγάλα διαστήματα δεν είχαν πραγματικά τίποτα να φάνε, η θεωρία «συμπληρώθηκε» με το συνηθισμένο συμπέρασμα ότι άρχισαν να τρώνε ο ένας τον άλλο.

🔎Θεωρίες τελείως αυθαίρετες, τελείως αστήρικτες, βασισμένες σε εμπειρικά συμπεράσματα, οι οποίες όμως κατοχυρώθηκαν και επιστημονικά! Το Νησί του Πάσχα για τους ανθρωπολόγους ήταν επί δεκαετίες ένα πρότυπο «αυτοκαταστροφής», ένα παράδειγμα προς αποφυγή. Μόνο τα τελευταία χρόνια άρχισαν κάποιοι επιστήμονες να απομακρύνονται από αυτή τη θεωρία, κυρίως διότι μέσω πειραμάτων αποδείχτηκε ότι δεν χρειαζόταν πληθυσμός πολλών χιλιάδων για να μεταφερθούν τα μοάι στην παραλία. Αρκούσαν μερικές εκατοντάδες.

🔎Το κάτω μέρος των μοάι, αυτό που είναι θαμμένο στο έδαφος, είναι κυκλικό. Άρα τα αγάλματα μπορούσαν να «συρθούν» στο ούτως ή άλλως κατηφορικό έδαφος, αρκεί κάποιοι να τα τραβούσαν με σχοινιά.  

🔎Τη δεκαετία του 1860 Περουβιανοί δουλέμποροι ρήμαξαν το νησί, έκαναν συχνά ρεσάλτα και σκλάβωσαν πάνω από τον μισό πληθυσμό, που δεν ήταν και πολύς. Ανάμεσα στους σκλάβους ήταν όλοι οι αρχηγοί και όλοι οι ιερείς, που γνώριζαν να γράφουν και να διαβάζουν τη ρονγκορόνγκο, τη μοναδική πολυνησιακή γραπτή γλώσσα που αναπτύχθηκε ποτέ.

🔎Μετά ήλθαν οι επιδημίες: Ευλογιά και φυματίωση σάρωσαν τους υπόλοιπους που δεν είχαν αναπτύξει ανοσία. Το 1871 είχαν μείνει ζωντανοί μόνο 171 κάτοικοι, εκ των οποίων μόνο 36 "κατάλληλοι για εργασία", σύμφωνα με τα στοιχεία των δουλεμπόρων της περιοχής.

🔎Το Νοέμβριο του 1868 η φρεγάτα της Αυτής Μεγαλειότητος "Τοπάζι" επισκέφθηκε το νησί για ανεφοδιασμό σε ξύλα. Ο κυβερνήτης του, αρχιπλοίαρχος Άσμορ Πάουελ, ως άλλος... Έλγκιν, διέταξε το πλήρωμα να του φέρει στο πλοίο ένα μοάι. Και το πλήρωμα διάλεξε αυτό που ήταν πιο κοντά στην ακτή, τον Χόα Χακανανάι'α. Οι τσακισμένοι κάτοικοι δεν πρόβαλαν αντίσταση.

🔎Το άγαλμα έφτασε στο Πλίμουθ τον Αύγουστο του 1869. Το Ναυαρχείο το παρουσίασε στη βασίλισσα Βικτωρία ως δώρο, κι αυτή πρότεινε να μεταφερθεί αμέσως στο Βρετανικό Μουσείο. Από τότε ως το 1966 το άγαλμα εκτίθετο στον εξωτερικό χώρο μπροστά από την είσοδο του μουσείου. Τότε μεταφέρθηκε στο εσωτερικό, και καλά για να προστατευθεί περισσότερο.

🔎Ένας "φιλάνθρωπος" Αγγλο-εβραίος έμπορος, ο Αλεξάντερ Σάλμον, ο οποίος είχε φυτείες καρύδας σε διάφορα νησιά του Ειρηνικού, ελευθέρωσε μερικούς σκλάβους με καταγωγή από το νησί του Πάσχα και τους μετεγκατέστησε εκεί. Αυτομάτως θεωρήθηκε και... ιδιοκτήτης του απομονωμένου νησιού, το οποίο ούτως ή άλλως δεν είχε αποικιακό ιδιοκτήτη.  Ο Σάλιμον τελικά... πούλησε το νησί στη Χιλήτο 1888, έναντι του ποσού των 6.000 στερλινών. Τζάμπα πράμα.

🔎Οι απόγονοι αυτοί των σκλάβων γνώρισαν του κόσμου τις στερήσεις έκτοτε. Το νησί διοικούταν επισήμως όχι από κάποια διοικητική αρχή, αλλά από το υπουργείο Ναυτικού της Χιλής, "για λόγους ασφαλείας". Η έκτασή του διαιρέθηκε σε τσιφλίκια και δόθηκε σε ιδιώτες για εκτροφή προβάτων, στα οποία δούλευαν υπό συνθήκες σκλαβιάς οι ντόπιοι.

🔎Μόλις το 1966 το νησί απέκτησε "πολιτική" διοικητική δομή, αλλά στη διάρκεια της χούντας του Πινοσέτ (1973-90) ήταν το μόνο μέρος στη χώρα όπου ο στρατιωτικός νόμος που κηρύχθηκε δεν άρθηκε ως την τελευταία μέρα!

🔎Οι τσακισμένοι, αλλά περήφανοι Ράπα Νούι άρχισαν σιγά-σιγά να διεκδικούν τα δικαιώματά τους. Ένα από τα πρώτα που ζήτησαν ήταν να τους επιστραφεί ο "κλεμμένος φίλος" τους. Ειδικά μετά το 2000, όταν επικράτησε το έθιμο να διορίζονται γυναίκες ως κυβερνήτες του νησιού, οι φωνές πλήθυναν.

🔎Το 2018 η κυβερνήτης Λάουρα Αλαρκόν Ράπου, μια 40χρονη ανθρωπολόγος και ακτιβίστρια, έκανε την πρώτη αίτηση στο Βρετανικό Μουσείο. Με την ανοχή, αλλά χωρίς την υποστήριξη της κυβέρνησης της Χιλής.

🔎Το μουσείο απαξίωσε ακόμα και να απαντήσει.

🔎Στην προεκλογική εκστρατεία του 2021, ο αριστερός Γκαμπριέλ Μπόριτς ήταν ο μόνος που υποσχέθηκε ότι αν εκλεγεί, θα υποστηρίξει επισήμως το αίτημα επιστροφής του κλεμμένου μοάι, ανεξάρτητα αν αυτή η κίνηση θα πλήξει τις (παραδοσιακά πολύ καλές) χιλιανο-βρετανικές σχέσεις.

🔎Οι κάτοικοι τον στήριξαν με όλες τις δυνάμεις τους. Ο Μπόριτς πήρε 77% στο Νησί του Πάσχα. Μια σταγονίτσα περίπου 5.000 ψήφων στους 4.621.000 που πήρε τελικά στον δεύτερο γύρο, στην πανηγυρική εκλογή του στην προεδρία της χώρας.

🔎Η προσπάθεια των κατοίκων του Ράπα Νούι, αλλά και Χιλιανών ακτιβιστών, να πιέσουν το Βρετανικό Μουσείο θεωρείται αυτή τη στιγμή αντίστοιχη με την ελληνική για την επιστροφή των Μαρμάρων του Παρθενώνα και της Αιγύπτου για την επιστροφή της Στήλης της Ροζέτας.

🔎Τον Φεβρουάριο έγινε μια συντονισμένη προσπάθεια. Ο λογαριασμός στο Instagram του Μουσείου γέμισε από μηνύματα ακτιβιστών, που ζητούσαν την επιστροφή του μοάι. Η διοίκηση του Μουσείου δεν απάντησε. O Μπόριτς, παρά τις εξαγγελίες του, δεν έχει διατυπώσει κανένα επίσημο αίτημα. O νέος κυβερνήτης της επαρχίας, o ζωγράφος Ρενέ ντε λα Πουέντε Χέι, με καταγωγή από το νησί, κρατάει ήπια στάση. Οι ακτιβιστές θεωρούν την τοποθέτησή του σ’ αυτό το πόσο ως μήνυμα αναβλητικότητας.

Tuesday, August 20, 2024

Νέα πρωτεύουσα για την Ινδονησία - Ποιες άλλες χώρες έχουν αλλάξει;


«Ποια είναι η πρωτεύουσα της Ινδονησίας»; Αν είστε καλοί στη γεωγραφία και νομίζετε ότι η ερώτηση είναι… ευκολάκι, θα πέσετε από τα σύννεφα. Από τις 17 Αυγούστου 2024 η Ινδονησία δεν έχει πια πρωτεύουσα την Τζακάρτα, αλλά την Νουσαντάρα. Μία απολύτως τεχνητή πόλη, που δημιουργήθηκε επίσημα μόλις πριν από 2,5 χρόνια.

🔎Δεν είναι εύκολο για ένα κράτος να αλλάξει πρωτεύουσα. Η Ινδονησία είναι μόλις η τρίτη χώρα που προχωράει σε μια τέτοια μεγάλη απόφαση τον 21ο αιώνα. Μόλις 13 χώρες το τόλμησαν τον 20ο αιώνα. Είναι φανερό ότι οι συνήθειες δεν αλλάζουν εύκολα, ούτε και τα γεωπολιτικά χαρακτηριστικά εντός των κρατών.

🔎Γιατί οι Ινδονήσιοι αποφάσισαν να αλλάξουν πρωτεύουσα; Ποιοι άλλοι το έκαναν και γιατί; Και ποιοι έχουν σκοπό να το κάνουν τα επόμενα χρόνια;

🔎Ξεκινάμε από τη Νουσαντάρα. Ή μάλλον, καλύτερα, το «Όραμα Νουσαντάρα», όπως το ονόμασε το 2017 ο Τζόκο Βιντόντο, ο νυν πρόεδρος της Ινδονησίας. Ήταν ένα όραμα να φύγει η πρωτεύουσα από τη Τζακάρτα, από το νησί της Ιάβας. Το οποίο είχε διατυπωθεί ήδη από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας. «Νουσαντάρα» σημαίνει «εξωτερικό νησί» στην ινδονησιακή γλώσσα. Εξωτερικό με βάση την Ιάβα, βέβαια.

🔎Ο λόγος στην αρχή ήταν συμβολικός, αλλά έγινε και πρακτικός: Η Τζακάρτα, που ως το 1949 ονομαζόταν Μπατάβια, ήταν η πρωτεύουσα των Ολλανδικών Ανατολικών Ινδιών, της αποικιακής διοίκησης, μάλιστα επί αιώνες που οι Ολλανδοί διαφέντευαν όχι μόνο την Ιάβα, αλλά και τα γύρω νησιά, τα οποία ένωσαν διοικητικά. Ο συμβολισμός μέσω της αλλαγής ήταν σαφής: Η χώρα έπρεπε να αφήσει πίσω την αποικιοκρατία, να προχωρήσει μπροστά.

🔎Στα χρόνια που ακολούθησαν, όμως, όλοι βολεύτηκαν. Η αλλαγή της πρωτεύουσας δεν είναι εύκολο πράγμα, απαιτεί τεράστια κεφάλαια και οι Ινδονήσιοι δεν ήταν σίγουροι αν ήθελαν να τα διαθέσουν. Η Τζακάρτα ήταν ούτως ή άλλως μεγάλη, αλλά με τα χρόνια γιγαντώθηκε.

🔎Μόνο ο δήμος της Τζακάρτα έχει πληθυσμό 11,3 εκατομμύρια ανθρώπους! Και η μητροπολιτική περιοχή, τα χτισμένα προάστια δηλαδή, ξεπερνούν τα 35,4 εκατομμύρια. Η πυκνότητα του πληθυσμού είναι 17.000 άνθρωποι ανά τετραγωνικό χιλιόμετρο, δηλαδή πακτωμένοι ο ένας πάνω στον άλλο.

🔎Εκτός από την πολυκοσμία, η πρωτεύουσα άρχισε να… βυθίζεται. Το ούτως ή άλλως σαθρό έδαφος άρχισε να υποχωρεί, αργά αλλά σταθερά. Και το ζήτημα της μόλυνσης από τα εκατομμύρια αυτοκίνητα και μηχανάκια (τα οποία είναι και παλιάς τεχνολογίας) έκανε την μετακόμιση κάτι παραπάνω από απαραίτητη.

🔎Η νέα πρωτεύουσα επιλέχθηκε στο πουθενά. Σε μια από τις πιο φτωχές, αλλά και αναπτυσσόμενες επαρχίες, στο νησί του Βόρνεο (το οποίο οι Ινδονήσιοι αποκαλούν Καλιμαντάν και ελέγχουν τα 2/3 του στο κέντρο και το νότο). Στην περιοχή που χτίστηκε η Νουσαντάρα δεν υπήρχε τίποτα, ούτε μια καλύβα.

🔎Πόσο έχει στοιχίσει αυτό; Για την ώρα η κυβέρνηση δεν έχει ανακοινώσει κόστος. Απλά το υπουργείο Εθνικής Ανάπτυξης ανακοίνωσε ότι η διαδικασία της «μετεγκατάστασης» θα στοιχίσει περίπου 32,7 δις δολάρια και άλλα 40 δις δολάρια θα δοθούν στη Τζακάρτα για να αναστηλωθούν τα κτίρια και να μην εξαφανιστούν τελείως.

🔎Η νέα πρωτεύουσα είναι, φυσικά, υπερσύγχρονη. Με ωραία κτίρια, φαρδιούς δρόμους και πολύ πράσινο. Ο ίδιος ο Βιντόντο εγκαταστάθηκε εκεί από τα τέλη Ιουλίου και στις 12 Αυγούστου προέδρευσε στο υπουργικό συμβούλιο. Στις 17 του μήνα, ανήμερα της εθνικής γιορτής της Ινδονησίας, έγινε η μετάβαση.

🔎Η Νουσαντάρα έγινε, όπως αναφέραμε, η Τρίτη πρωτεύουσα που αλλάζει στον 21ο αιώνα. Είχαν προηγηθεί η Ναϊπιντάου της Μιανμάρ το 2005 και η Νγκερουμλούντ του Παλάου το 2006.

🔎Αν έχετε… πολλές άγνωστες λέξεις, δεν σας αδικούμε. H Ναϊπιντάου έχει περάσει τελείως στα ψιλά, ως αντικαταστάτρια της Γιανγκόν (πρώην Ραγκούν) στη Μιανμάρ, όπως λέγεται τα τελευταία 35 χρόνια η Βιρμανία. Το Παλάου, ένα νησιώτικο κράτος του Ειρηνικού, έγινε ανεξάρτητο μόλις το 1994 και η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε από την Κορόρ χωρίς να υπάρχει σοβαρός λόγος. Η πρωτεύουσα Νγκερουμλούντ έχει επισήμως μόλις 312 μόνιμους κατοίκους!

🔎Ολόκληρο τον 20ο αιώνα υπήρξαν μόλις 13 αλλαγές πρωτεύουσας στα ανεξάρτητα κράτη της Γης, για διάφορους λόγους. Οι περισσότερες στην Αφρική, σε κράτη όπου προσπαθούσαν να βρουν μια εθνολογική ισορροπία.

🔎Η πρώτη χρονικά έγινε στην Ινδία το 1912. Η βρετανική διοίκηση αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσα από την Καλκούτα, στην περιοχή της Βεγγάλης, σ’ έναν νέο οικισμό, το Νέο Δελχί. Το (σκέτο) Δελχί υπήρξε, βέβαια, για αιώνες πρωτεύουσα της ινδικής αυτοκρατορίας των Μουγκάλ.

🔎Το 1923 ο Κεμάλ Ατατούρκ πιστοποίησε ότι η νέα πρωτεύουσα της Τουρκίας θα είναι η Άγκυρα, την οποία είχε ανακηρύξει πρωτεύουσα ο ίδιος από το 1920, όταν εδραιώθηκε ως ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης των Τούρκων έναντι του σουλτάνου. Η Άγκυρα αντικατέστησε την Κωνσταντινουπολη, η οποία ήταν πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας από το 1453.

🔎Λίγα χρόνια αργότερα, το 1927, άλλαξε πρωτεύουσα η Αυστραλία. Το Σίδνεϊ έδωσε τη θέση του στην πολύ μικρότερη Καμπέρα, έναν οικισμό που επιλέχθηκε για να σταματήσει η διαμάχη μεταξύ του Σίδνεϊ και της Μελβούρνης, των δύο μεγαλύτερων πόλεων της χώρας.

🔎Δύο αφρικανικές χώρες που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους αναγκάστηκαν να αλλάξουν πρωτεύουσα για έναν απίστευτο λόγο: Η πόλη που λειτουργούσε σαν διοικητική πρωτεύουσά τους δεν βρισκόταν στην επικράτειά τους!

🔎Η Νουακσότ της Μαυριτανίας έγινε πρωτεύουσα το 1958. Ως τότε ήταν ένα ταπεινό ψαροχώρι. Τα πρώτα κυβερνητικά κτίρια στεγάστηκαν σε μεγάλες… σκηνές! Προηγουμένως οι Γάλλοι αποικιοκράτες διοικούσαν την περιοχή από το Σαν Λουί της Σενεγάλης. Επίσης στη Μποτσουάνα η Γκαμπορόνε έγινε πρωτεύουσα το 1964 με συνοπτικές διαδικασίες, λίγο πριν την ανεξαρτησία. Το βρετανικό προτεκτοράτο της Μπετσουαναλάνδης (όπως λεγόταν η αποικιακή Μποτσουάνα) διοικούνταν από την πόλη Μαχικένγκ, στη Νότια Αφρική.

🔎Το 1960 έγινε παγκόσμιος ντόρος με την απόφαση της κυβέρνησης της Βραζιλίας να μεταφέρει την πρωτεύουσα από το εμβληματικό Ρίο ντε Τζανέιρο στο εσωτερικό της χώρας, σε μια απολύτως «τεχνητή» πρωτεύουσα που ονομάστηκε Μπραζίλια. Τα πρώτα χρόνια η νέα πρωτεύουσα φιλοξενούσε μόνο κυβερνητικά κτίρια και αξιωματούχους και άδειαζε τελείως από τις Παρασκευές, δεδομένου ότι ακόμα και οι υπουργοί έμεναν μόνιμα στο Ρίο. Με τα χρόνια, βέβαια, η Μπραζίλια απέκτησε έναν σταθερό μόνιμο πληθυσμό.

🔎Την ίδια χρονιά άλλαξε πρωτεύουσα και το Πακιστάν. Το τεράστιο λιμάνι του Καράτσι, στο οποίο είχαν καταφύγει κι εκατομμύρια «μοχατζίρ» (μουσουλμάνοι από τις περιοχές της Ινδίας μετά τον διαχωρισμό του Πακιστάν) έδωσε τη θέση του στο Ισλαμαμπάντ, μια πόλη στην περιοχή του Πουντζάμπ, ώστε να τονώσει ακόμα περισσότερο την ανάπτυξη στο εσωτερικό της χώρας.

🔎To 1970 το μικρό κράτος της Μπελίζ (το οποίο ακόμα λεγόταν Βρετανική Ονδούρα) αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσα στη Μπελμοπάν από τη Μπελίζ Σίτι. Εννέα χρόνια πριν, το 1961, ένας καταστροφικός τυφώνας ονόματι Χάτι είχε καταστρέψει την πόλη. Παρ’ όλα αυτά, η Μπελίζ Σίτι παραμένει σήμερα τριπλάσια σε πληθυσμό από τη Μπελμοπάν.

🔎Το 1989 οι Ομοσπονδιακές Πολιτείες της Μικρονησίας αποφάσισαν να εκτονώσουν την ένταση ανάμεσα στα διάφορα νησιά. Η Κολόνια, η μεγαλύτερη πόλη του νησιού Πονπέι, που είναι και το μεγαλύτερο πληθυσμιακά, έδωσε τη θέση της στο Παλικίρ, μια κωμόπολη 5.000 κατοίκων στα βόρεια της χώρας. Κι αυτό απλά για να ηρεμήσουν οι κάτοικοι του νησιού Γιαπ, που αισθάνονταν αδικημένοι επειδή η μεγαλύτερη πόλη του γειτονικού τους νησιού αναπτυσσόταν συνεχώς σαν πρωτεύουσα. Βεβαίως οι περισσότεροι υπουργοί συνεχίζουν να ζουν στην Κολόνια.

🔎Τις δύο τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα τρεις αφρικανικές χώρες άλλαξαν πρωτεύουσα. Την αρχή έκανε η Ακτή Ελεφαντοστού το 1983, που μετέφερε την πρωτεύουσά της από το Αμπιτζάν στο Γιαμουσούκρο, στο εσωτερικό, μόνο και μόνο επειδή ήταν η γενέτειρα του ισόβιου τότε προέδρου Μπουανί.

🔎Το 1991 η Νιγηρία μετέφερε την πρωτεύουσά της από το Λάγκος στην Αμπούτζα, επίσης στο εσωτερικό και σε κεντρικό σημείο της χώρας. Ήταν πάγιο αίτημα, καθώς το Λάγκος βρισκόταν στην περιοχή των Γιορούμπα και αντιδρούσαν οι άλλες κύριες φυλές, οι Χάουσα και οι Ίγκμπο. Το 1996 η Ντοντόμα αντικατέστησε το Νταρ-Ες-Σαλάαμ στην Τανζανία, για να τονιστεί περισσότερο το ότι η χώρα προχωράει μπροστά.

🔎Η τελευταία χρονικά αλλαγή έγινε στο Καζακστάν. Το 1997 η αυταρχική κυβέρνηση του Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ αποφάσισε να μεταφέρει την πρωτεύουσα της χώρας από το Αλμάτι στην πόλη Ακμόλα, την οποία ονόμασε «Αστανά», που σημαίνει απλά… πρωτεύουσα στην τοπική γλώσσα. Το 2019 ο 79χρονος τότε Ναζαρμπάγεφ παραιτήθηκε από το αξίωμα του προέδρου και τότε η πρωτεύουσα ονομάστηκε Νουρσουλτάν, με κυβερνητική απόφαση. Ο νέος πρόεδρος της χώρας αποφάσισε το 2022 να επαναφέρει το όνομα Αστανά. Ακόμα και για ένα καθεστώς σαν κι αυτό θεωρήθηκε υπερβολικό.

Saturday, August 3, 2024

Αρτσάχ: Η τελευταία «χαμένη πατρίδα» της Αρμενίας

 


Αν είσαι Έλληνας και ρίξεις μια ματιά στην ιστορία του Αρτσάχ, της πονεμένης περιοχής που την μάθαμε και ως Ναγκόρνο Καραμπάχ, δεν μπορείς παρά να κάνεις παραλληλισμούς. Είναι απίστευτο πόσο μοιάζουν οι ιστορίες των λαών, ακόμα και σε στοιχεία που θεωρούνται μικρές λεπτομέρειες.

🔎Θέλετε ένα παράδειγμα; Διαβάζοντας την ιστορία αυτής της πολύπαθης περιοχής, η οποία επί αιώνες διεκδικούνταν από τους Αρμένιους και τους Αζέρους, έπεφτα συχνά πάνω σε μια λέξη άγνωστη: «shurtvat». Μετάφραση ακριβής δεν μπορεί να γίνει. Είναι κάτι ανάμεσα στις ελληνικές λέξεις «κατεργάρης» και «καθυστερημένος». Τη χρησιμοποιούν και σήμερα πολλοί Αρμένιοι για να χαρακτηρίσουν τους ομοεθνείς τους, πρόσφυγες πια, από την περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Μια λέξη αρνητική, που δηλώνει όμως και κάποια ζήλεια. Οι Αρμένιοι του Καραμπάχ παραδοσιακά κράτησαν την αυτονομία τους και τα εθνικά τους χαρακτηριστικά επί 3.000 χρόνια.

🔎Μάλιστα και σήμερα ακόμα οι Αρμένιοι από το Αρτσάχ «ξεχωρίζουν» από τους υπόλοιπους γιατί η διάλεκτός τους, αν και αρμενική, έχει στοιχεία από αζερικές και περσικές λέξεις που δεν τις συναντάς στην καθομιλουμένη αρμενική της Αρμενίας, και οι Αρμένιοι του Αρτσάχ τη μιλούν με πιο βαριά προφορά.

🔎Δεν γίνεται να μην πάει το μυαλό στους Έλληνες Πόντιους, τον επί αιώνες βασανισμένο αυτό λαό, που ξεριζώθηκε από τις εστίες του και βρήκε καταφύγιο στη Ρωσία και την Ελλάδα, για να αντιμετωπίσει εκτός των άλλων και τη χλεύη των ντόπιων. Τα ανέκδοτα για τους Πόντιους (ευτυχώς διαδίδονται ακόμα λιγότερο σήμερα) κατέγραφαν εκτός από το χιούμορ και μια ζήλεια, ειδικά για τους προκομμένους αυτού του λαού, που έφτιαξαν τη ζωή τους από την αρχή και διακρίθηκαν μέσα από πολύ δύσκολες συνθήκες.

🔎Οι Αρμένιοι, ως έθνος, υπερηφανεύονται ότι κατάγονται απευθείας από τον Νώε. Γι’ αυτό και το απόσπασμα της Παλαιάς Διαθήκης, στο οποίο αναφέρεται ο μεγάλος κατακλυσμός και η σωτηρία του Νώε μέσω της Κιβωτού στο όρος Αραράτ, έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία για τους Αρμένιους απ’ ότι για τους άλλους χριστιανούς. Σύμφωνα με την γενεαλογία, ο Χαϊκ, ο πατριάρχης (πιο σωστά γενάρχης) όλων των Αρμενίων, ήταν δισέγγονος του Ιάφεθ, ενός από τους γιους του Νώε. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Αρμένιοι αποκαλούν τους εαυτούς τους «Χαϊκ» ή «Χαϊκακάν» και το κράτος τους "Χαγιαστάν". Ο Αρμενάκ, από τον οποίο πήρε η χώρα το «διεθνές» της όνομα, ήταν ένας από τους γιους του Χαϊκ.

🔎Οι Αρμένιοι αναφέρονται ως ξεχωριστό συμπαγές έθνος από τους αρχαίους χρόνους. Ήταν, μάλιστα, και η πρώτη κρατική οντότητα (αν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τέτοιον όρο για τα αρχαία κράτη) που υιοθέτησε τον χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία, ήδη από το 303 μ.Χ. Η αυτόνομη Αρμενική Ορθόδοξη Εκκλησία θεμελιώθηκε το 491 μ.Χ.  

🔎Η δυστυχία για τους Αρμένιους ήταν ότι βρέθηκαν να ζουν ανάμεσα σε πιο μεγάλες δυνάμεις, πληθυσμιακά και διοικητικά. Γι’ αυτό και το μεγαλύτερο μέρος της πρόσφατης ιστορίας το πέρασαν ως μέρος μιας μεγαλύτερης κρατικής ενότητας. Η περιοχή των Αρμένιων υπήρξε επί σχεδόν δύο αιώνες σατραπεία της περσικής αυτοκρατορίας. Από το 331 π.Χ. μέχρι το 421 μ.Χ. υπήρξε το βασίλειο της Αρμενίας. Το 387 μ.Χ., όμως, το βασίλειο μοιράστηκε σε δύο κομμάτια. Το δυτικό κατέληξε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπό τον Μέγα Θεοδόσιο Α’ και το ανατολικό στην περσική αυτοκρατορία των Σασανιδών. Εκεί ξεκινάει και η «αυτόνομη» ιστορία του Αρτσάχ από την «κυρίως» Αρμενία.

🔎Σύμφωνα με την αρμενική παράδοση, η λέξη Αρτσάχ προέρχεται από δύο λέξεις. Το «Αρ» έρχεται από τον Αράν Σισακιάν, τον πρώτο πρίγκιπα της βορειοανατολικής Αρμενίας, το «τσαχ» σημαίνει κήπος. Άρα το Αρτσάχ σημαίνει «ο κήπος του Αράν». Η λέξη Καραμπάχ, που χρησιμοποιήθηκε ευρέως για αιώνες για την ίδια περιοχή, είναι τουρκο-περσική και σημαίνει «μαύρος κήπος».

🔎Το «Ναγκόρνο» είναι ρωσική λέξη και σημαίνει «ορεινός». Και πράγματι, αυτή η περιοχή που τη γνωρίζαμε ως «Ναγκόρνο Καραμπάχ», με έκταση 3.170 τ.χλμ. (περίπου όσο ο νομός Τρικάλων) είναι γεμάτη ψηλά βουνά. Το μέσο ύψος της είναι 1.100 μέτρα, η ψηλότερη κορυφή ανεβαίνει ως τα 3.724 μέτρα.

🔎Ακριβώς αυτή η μορφολογία αποτέλεσε το καταφύγιο των Αρμένιων. Όταν η περιοχή τους χωρίστηκε γεωγραφικά από την Αρμενία, έζησαν επί αιώνες ως υποτελείς μεγάλων αυτοκρατοριών (Πέρσες, Μογγόλοι, Άραβες) και διπλανών βασιλείων (Γεωργιανοί), αλλά πάντα διατηρούσαν μια μορφή αυτονομίας, καθώς και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους. Αυτή η αυτονομία πιστοποιήθηκε το 1603, όταν ο τότε σάχης της Περσίας επέτρεψε σε πέντε  «πρίγκιπες» (μελίκς) να αποκτήσουν τοπικές εξουσίες.

🔎To «χανάτο» του Καραμπάχ, το οποίο περιείχε και τις περιοχές των Αρμένιων πριγκίπων,  ήταν ένα ισλαμικό ημιαυτόνομο κράτος, που ιδρύθηκε το 1748, στην αρχή υπό περσική και μετά υπό ρωσική επιρροή. Ήταν εποχή που η περιοχή χωρίστηκε σε ημιαυτόνομα «χανάτα» (του Ερεβάν, του Σιρβάν, του Ναχιτσεβάν). Η έλλειψη κεντρικής διοίκησης επέτρεψε στους Ρώσους, που ήδη επεκτείνονταν προς το νότο, να παρέμβουν πιο εύκολα.

🔎Οι Ρώσοι πίεζαν στρατιωτικά τόσο τους Οθωμανούς, όσο και τους Πέρσες. Οι δε Αρμένιοι του Καραμπάχ έβλεπαν με πολύ καλό μάτι την προέλαση των «ομόδοξων» Ρώσων στη γη τους. Μετά από έναν δεκαετή Ρωσο-περσικό πόλεμο (1804-1813) η περιοχή του Καραμπάχ «μεταφέρθηκε» επισήμως στη ρωσική αυτοκρατορία. Η οποία κατήργησε τα χανάτα και τα ενσωμάτωσε όλα σε ένα «κυβερνείο», τη δική της διοικητική ενότητα.

🔎Η ενσωμάτωση στην χριστιανική ρωσική αυτοκρατορία έδωσε κουράγιο στους Αρμένιους, που από το 1840 άρχισαν να ζητούν την «ενοποίηση» των εδαφών τους. Τα οποία ήταν πια χωρισμένα σε τρεις μεγάλες αυτοκρατορίες (ρωσική, οθωμανική και περσική). Εκεί βρίσκονται και οι ρίζες του φανατικού εθνικισμού από την άλλη πλευρά. Οι Τούρκοι και οι Αζέροι (που αισθάνονται ως ένας λαός, απλά με άλλο όνομα) δεν μπορούσαν – ούτε ακόμα μπορούν – να διανοηθούν ένα ισχυρό αρμενικό κράτος ανάμεσά τους. Γι’ αυτό και η επιδίωξή τους για ένα τουρκογενές τόξο, που θα εκτείνεται από τη Μαύρη Θάλασσα ως τν Κασπία, δεν περιλάμβανε απλώς να νικήσουν τους Αρμένιους, αλλά να τους εκμηδενίσουν.

🔎Όταν ξέσπασε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, οι Αρμένιοι τάχθηκαν με τους Ρώσους και αποφάσισαν να κινηθούν, πάνω στην αναμπουμπούλα. Αυτό που βίωσαν ήταν, όπως είναι γνωστό, μια πραγματική γενοκτονία στις περιοχές που ζούσαν (τις σημερινές βορειοανατολικές επαρχίες της Τουρκίας). Ο συνολικός αριθμός των θυμάτων, κατά τις εκτιμήσεις, ξεπερνάει και το 1,5 εκατομμύριο. Το ανατριχιαστικό είναι ότι όλη αυτή η «εκκαθάριση» έγινε με μεθοδικότητα χειρουργική, ώστε να μην μείνει ούτε ένας Αρμένιος.

🔎Η συνέπεια όλης αυτής της θηριωδίας είναι εμφανής: Στις περιοχές που κάποτε έσφυζαν από αρμενικό πληθυσμό δεν υπάρχει τώρα Αρμένιος ούτε για δείγμα. Οι Αρμένιοι συνεχίζουν να αποκαλούν την περιοχή αυτή «Δυτική Αρμενία», αλλά κυρίως πια για ιστορικούς λόγους. Παρόμοιους μ’ αυτούς που οι Έλληνες αποκαλούμε τις περιοχές της Μικράς Ασίας «Πόντο» και «Ιωνία».

🔎Η ρωσική Αρμενία αντιστάθηκε για λίγο στον ρωσικό μπολσεβικικό στρατό. Η νέα ηγεσία της ΕΣΣΔ αποφάσισε το 1922 να φτιάξει μια σοβιετική δημοκρατία που θα περιείχε όλα τα (μπερδεμένα ούτως ή άλλως) εδάφη που ζούσαν Γεωργιανοί, Αζέροι και Αρμένιοι, και την ονόμασαν Υπερκαυκασία.

🔎Το μόρφωμα κράτησε μέχρι το 1936. Με το ζόρι. Φάνηκε εξαρχής ότι δεν μπορούσαν να λειτουργήσουν μαζί λαοί που είχαν διαφορές αιώνων. Τότε οι Σοβιετικοί χώρισαν τις περιοχές σε τρεις «σοβιετικές δημοκρατίες» (Αζερμπαϊτζάν, Αρμενία, Γεωργία), με σύνορα που παραμένουν ίδια μέχρι σήμερα.

🔎Από το 1921 είχε προκύψει και το θέμα του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Οι Αρμένιοι διεκδίκησαν να ενσωματωθεί η περιοχή πάλι στη δική τους επικράτεια, αλλά η πρώιμη σοβιετική διοίκηση το αρνήθηκε. Δέχτηκε τα «στοιχεία» που παρουσίασαν οι Αζέροι, σύμφωνα με τα οποία το χανάτο του Καραμπάχ, το οποίο απέκτησε με τη συνθήκη του Γκιουλιστάν η τσαρική Ρωσία το 1813, ήταν μουσουλμανικό-αζερικό με μια αρμενική αυτόνομη μειοψηφία.

🔎Έτσι κι έγινε. Η περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ έγινε «αυτόνομο όμπλαστ» της Σοβιετικής Δημοκρατίας του Αζερμπαϊτζάν. Κι έτσι έμεινε μέχρι το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης, παρ’ όλο που συχνά-πυκνά υπήρχαν εντάσεις. Οι Αρμένιοι αποτελούσαν πάνω από το 75% του πληθυσμού, διαμαρτύρονταν ακόμα και στις σοβιετικές εποχές ότι δεν μπορούσαν να αναπτύξουν τη γλώσσα τους, επειδή δεν υπήρχαν τοπικά πανεπιστημιακά ιδρύματα, ούτε και μπορούσαν να παρακολουθήσουν τηλεοπτικά προγράμματα στα αρμενικά, όπως γινόταν στην Αρμενία.

🔎Στα τελευταία χρόνια της ΕΣΣΔ οι Αρμένιοι του Καραμπάχ σήκωσαν ψηλά το θέμα τους και ζητούσαν να «μεταφερθεί» η περιοχή στην σοβιετική Αρμενία. Το 1988 σημειώθηκαν αιματηρά επεισόδια για τρεις μέρες στην αζερική πόλη του Σουμκαγίτ εναντίον της αρμενικής μειοψηφίας, τα γεγονότα αναφέρονται από τότε ως «το πογκρόμ του Σουμκαγίτ». Οι Αρμένιοι του Καραμπάχ αποφάσισαν να πάρουν τα όπλα.

🔎Στις 30 Αυγούστου 1991 το Αζερμπαϊτζάν κήρυξε την ανεξαρτησία του από την ΕΣΣΔ. Λίγους μήνες αργότερα, το Νοέμβριο, το πρώτο κοινοβούλιο της χώρας κατάργησε την αυτονομία του Ναγκόρνο Καραμπάχ. Στις 10 Δεκεμβρίου οι ντόπιοι Αρμένιοι έκαναν δημοψήφισμα, με 99% των ψηφοφόρων να επιλέγει «χωρισμό» από το Αζερμπαϊτζάν. Φυσικά οι Αζέροι αρνήθηκαν το αποτέλεσμα, έτσι ξεκίνησε ο Πρώτος Πόλεμος του Ναγκόρνο Καραμπάχ.

🔎Οι ντόπιοι, με αθρόα βοήθεια από την Αρμενία (και σκιώδη από τη Ρωσία, που τους εφοδίαζε με βαρύ πυροβολικό και πυρομαχικά) όχι μόνο κατάφεραν να διώξουν τους Αζέρους από τη γη τους, αλλά κατέλαβαν και εδάφη εκτός των διοικητικών ορίων της «αυτόνομης περιοχής». Κυρίως τους ενδιέφεραν τα εδάφη που ενώνουν την περιοχή τους γεωγραφικά με την Αρμενία.

🔎Όχι μόνο τα κατέλαβαν, αλλά προκάλεσαν και ένα πολύ μεγάλο προσφυγικό κύμα Αζέρων από εκείνες τις περιοχές. Περισσότεροι από 600.000 άνθρωποι έφυγαν κι αναζήτησαν την τύχη τους κυρίως στις μεγάλες πόλεις του Αζερμπαϊτζάν. Οι Αρμένιοι φρόντισαν, μεθοδικά κι αυτοί, να καταστρέψουν ό,τι υπήρχε εκεί από υποδομές μέχρι σπίτια. Η μέθοδος της καμμένης γης θεωρητικά θα απέτρεπε οποιονδήποτε Αζέρο να έχει ελπίδες ή βλέψεις ότι μπορεί να ξαναγυρίσει εκεί.

🔎Οι εθχροπραξίες σταμάτησαν το 1994 κι άφησαν μια περίεργη κατάσταση. H περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ, αλλά και τα νεοαποκτηθέντα εδάφη του Αζερμπαϊτζάν, ανακηρύχθηκαν ως «Δημοκρατία του Αρτσάχ». Μια κρατική οντότητα τυπικά ανεξάρτητη, με δική της κυβέρνηση και σημαία (η οποία βέβαια έμοιαζε καταπληκτικά με της Αρμενίας). Η οποία, όμως, λειτουργούσε ουσιαστικά σαν προέκταση της Αρμενίας.

🔎Η Αρμενία αρνήθηκε να αναγνωρίσει το Αρτσάχ ως κράτος (δηλαδή δεν έκανε το ίδιο με την Τουρκία, που αναγνώρισε τα κατεχόμενα εδάφη της Κύπρου ως κράτος). Επέλεξε την τακτική ότι με το πέρασμα του χρόνου τα δύο εδάφη θα ενώνονταν διοικητικά. Οι Αρμένιοι κράτησαν σκληρή στάση σε όλες τις διαπραγματεύσεις που ξεκινούσαν, αλλά σταματούσαν χωρίς αποτέλεσμα. Κι αυτό διότι οι Αζέροι ζητούσαν πριν απ’ όλα να απομακρυνθεί ο αρμενικός στρατός από τα αζερικά εδάφη που είχαν καταληφθεί την περίοδο 1990-94.

🔎Λογάριασαν, απ’ ότι φαίνεται, χωρίς τις διεθνείς συγκυρίες. Θεώρησαν δεδομένο ότι η Ρωσία σε οποιαδήποτε μελλοντική διαμάχη είτε θα τους στηρίξει, είτε θα παρέμβει υπέρ τους. Η σταδιακή βελτίωση των ρωσικών σχέσεων με το Αζερμπαϊτζάν (λόγω του πετρελαίου) και την Τουρκία άφησε τους Αρμένιους μόνους τους, και τους Αρμένιους του Αρτσάχ ακόμα πιο μόνους τους.

🔎Τον Σεπτέμβριο του 2020, κι ενώ η ανθρωπότητα μαστιζόταν ακόμα από τη λαίλαπα του κορωνοϊού, ο αζερικός στρατός ξεκίνησε επιχειρήσεις στην περιοχή. Αναπάντεχα, χωρίς να έχει προηγηθεί ένταση πιο μεγάλη από τη συνηθισμένη. Μέσα σε 40 ημέρες οι Αζέροι είχαν καταλάβει όχι μόνο τις δικές τους περιοχές που είχαν περιέλθει σε αρμενικό έλεγχο ως το 1994, αλλά και το 1/3 της παλιάς «αυτόνομης περιοχής» του Καραμπάχ. Η Ρωσία παρενέβη μεν, αλλά πολύ αργότερα απ’ όσο περίμεναν και ήλπιζαν οι Αρμένιοι.

🔎Η νέα συμφωνία κατάπαυσης του πυρός, το Νοέμβριο του 2020, προέβλεπε έναν μικρό διάδρομο (τον λεγόμενο διάδρομο του Λάτσιν), ο οποίος συνέδεε την Αρμενία με ό,τι απέμεινε από το αρμενικό Ναγκόρνο Καραμπάχ. Το 2021 ξεκίνησαν ειρηνευτικές συνομιλίες, στις οποίες όμως τώρα οι Αζέροι ήταν οι άτεγκτοι.

🔎Κι αυτό φάνηκε στο αμέσως επόμενο διάστημα. Τον Απρίλιο του 2023 οι Αζέροι μπλόκαραν τον διάδρομο του Λάτσιν κι απέκλεισαν το Αρτσάχ από την Αρμενία. Παρά την ανθρωπιστική βοήθεια που κατέφθανε στο Αρτσάχ με ελικόπτερα, η ανθρωπιστική κρίση ήταν πλέον εμφανής.

🔎Στις 19 Σεπτεμβρίου ξεκίνησε μια νέα μαζική αζερική επίθεση, με στόχο πια την πλήρη κατάκτηση της περιοχής και της πρωτεύουσας Στεπανακέρτ. Οι Αρμένιοι του Αρτσάχ κατάλαβαν ότι ήταν πλέον χαμένοι, κι από το να σκοτωθούν όλοι, όπως τους απειλούσαν οι Αζέροι, προτίμησαν την προσφυγιά.

🔎Περισσότεροι από 100.000 Αρμένιοι εγκατέλειψαν την περιοχή τις επόμενες μέρες, σε μια «έξοδο» που δεν είχε προηγούμενο σε ευρωπαϊκό έδαφος τον 21ο αιώνα. Ο πρόεδρος του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ ύψωσε τη σημαία του κράτους στο πρώην προεδρικό μέγαρο του Αρτσάχ στις 15 Οκτωβρίου. Η «Δημοκρατία του Αρτσάχ» έπαψε τυπικά να υπάρχει από την 1ην Ιανουαρίου 2021.

🔎Το Αζερμπαϊτζάν χώρισε την περιοχή σε κανονικές διοικητικές μονάδες και πλέον δεν υπάρχει καμία μέριμνα αυτονομίας για τους (ελάχιστους) Αρμένιους που έμειναν στην περιοχή. Η οποία πλέον λογίζεται ως μία ακόμα χαμένη πατρίδα.

🔎Το όνομα Αρτσάχ συνεχίζει να υπάρχει σε ονόματα πολιτιστικών και αθλητικών συλλόγων, γίνονται ημερίδες και εκδηλώσεις μνήμης, αλλά δεν γίνεται καμία κουβέντα για επιστροφή, ούτε καν στο μακροπρόθεσμο μέλλον. Κι αυτό κάτι θυμίζει.


Thursday, August 1, 2024

Οσετία: Άριοι χριστιανοί «πράκτορες» και στη μέση ο Καύκασος

 


Αν ποτέ βρεθείτε στην Οσετία (στη Βόρεια ή τη Νότια, δεν έχει σημασία), δεν θα προλαβαίνετε να συνέλθετε από τις απανωτές εκπλήξεις. Που ξεκινούν από το ίδιο το όνομα, συνεχίζονται με την απολύτως παλαβή γεωγραφία αυτού του έθνους και την ιστορία του, και καταλήγουν στον παραλογισμό του Μπεσλάν και το απολύτως ιδιαίτερο καθεστώς του νότιου κομματιού αυτού του σκληρού λαού.

🔎Οι Οσέτες, λοιπόν, στη γλώσσα τους δεν λέγονται Οσέτες! Αυτό το όνομα, με το οποίο «κυκλοφορούν» παγκοσμίως, μέσω της αποτύπωσής τους στους χάρτες, τους το έδωσαν οι Γεωργιανοί. Οσετία είναι «η χώρα των Όσι», δηλαδή αυτών «που κάνουν θυσίες». Τι είδους θυσίες και ποια τελετουργικά οδήγησαν στο να βγει αυτό το όνομα, δεν είναι καθαρό. Χάνεται στους αιώνες. Οι ίδιοι αποκαλούν τους εαυτούς τους «Αλάν» ή «Ιρ» και τη χώρα τους «Αλάνια» ή «Ιριστόν». Η ρίζα και των δύο ονομάτων είναι η λέξη «Άριος».

🔎Διότι οι Οσέτες είναι Άριοι. Δηλαδή Ιρανοί. Για την ακρίβεια, είναι η πιο βόρεια από τις ιρανικές φυλές. Απόγονοι των αρχαίων Σαρματών, που ανέβηκαν πιο ψηλά από τους άλλους για να βρουν χώρο. Κάποιοι είδαν μπροστά τους την πελώρια οροσειρά του Καυκάσου και σταμάτησαν.

🔎Κάποιοι άλλοι σκαρφάλωσαν σε κορυφές περίπου 5.000 μέτρων, και κατηφόρησαν από την άλλη πλευρά. Οσέτες από τη μία, Οσέτες κι από την άλλη. Ίδια γλώσσα, ίδια έθιμα. Αλλά λόγω των ψηλών κορυφών, η επικοινωνία μεταξύ των δύο κομματιών του έθνους ήταν από προβληματική ως σχεδόν ανύπαρκτη.

🔎Από το τέλος του 9ου αιώνα μ.Χ. παρουσιάζεται το «βασίλειο» της Αλάνια. Δηλαδή των Αλανών, των Οσετών. Που κάλυπτε, λέει, σχεδόν όλη την περιοχή του βόρειου Καυκάσου, από το σημερινό Νταγκεστάν ως την σημερινή Αμπχαζία. Βασίλειο ισχυρό, με κεντρική διοίκηση, με πολύ στρατό σε μια γεωγραφική περιοχή που, λόγω των βουνών, δεν ήταν κανείς εύκολο να κατακτήσει. Από το 916 μ.Χ., όπως λέει ο θρύλος, οι αλανικές φυλές έγιναν Χριστιανοί.

🔎Οι Μογγόλοι του Ταμερλάνου, που σάρωσαν όλη την Ασία στο πέρασμά τους, δεν σταμάτησαν ούτε στον Καύκασο και την Αλάνια. Τα ισοπέδωσαν όλα. Το κράτος εξαφανίστηκε και προέκυψαν πολλά μικρά κρατίδια. Οι ντόπιοι καυκάσιοι λαοί άρχισαν να συνειδητοποιούν τις διαφορές μεταξύ τους. Δύσκολη η επικοινωνία εκεί λόγω της γεωγραφίας, οπότε ο κάθε λαός αναπτύχθηκε διαφορετικά. Γι’ αυτό υπάρχουν τόσοι πολλοί, από Τσετσένους και Ινγκούσιους μέχρι Καμπαρντίνους, Καρατσάι, Τσερκέζους, Μπαλκάρους κτλ.

🔎Οι Οσέτες, πάντως, ξεχώριζαν λόγω της ιρανικής γλώσσας τους, και μετά το 1600 μ.Χ. και λόγω της θρησκείας τους. Το ισλάμ διαδόθηκε με τη μορφή πυρκαγιάς στην περιοχή. Οι μόνοι που έμειναν πιστοί στο χριστιανισμό ήταν οι Οσέτες, εκτός από μία φυλή (από τις παραδοσιακές πέντε, στις οποίες χωρίζονται), τους Ντιγκόρ. Αυτούς που βρίσκονταν πιο κοντά γεωγραφικά στους Καμπαρντίνους, τη φυλή που διέδωσε περισσότερο απ’ όλες το ισλάμ.

🔎Η περιοχή του Καυκάσου, πολύτιμη γεωπολιτικά, ήταν επί αιώνες μήλο της έριδος μεταξύ του Χανάτου της Κριμαίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Όλοι πάλευαν για περισσότερη επιρροή σ’ αυτούς τους σκληρούς λαούς και την κακοτράχαλη αυτή περιοχή, που κρατούσε βέβαια το κλειδί για τις ρωσικές στέπες. Οπότε, θέλοντας και μη, ενδιαφέρθηκαν και οι Ρώσοι. Για να καλύψουν τα νώτα τους.

🔎Από το 1770 ξεκινάει το έντονο τσαρικό ενδιαφέρον για την περιοχή. Οι Οσέτες, βέβαια, πανηγύρισαν όταν κατάλαβαν ότι η ομόδοξη δύναμη θέλει να επεκταθεί προς νότο. Σε αντίθεση με τους άλλους λαούς της περιοχής, καλοσώρισαν τα ρωσικά στρατεύματα και ζήτησαν την προστασία τους, έτσι όπως ήταν περικυκλωμένοι από αλλόφυλους και μουσουλμάνους.

🔎Αυτό τους έδωσε ένα νέο όνομα μεταξύ των λαών της περιοχής. «Άγκιεντ», δηλαδή… πράκτορας. Έτσι τους είδαν τους Οσέτες, οι οποίοι από το 1806 και μετά, όταν δηλαδή η περιοχή του βόρειου Καυκάσου έγινε τμήμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, αναθάρρησαν και είδαν το ρόλο τους να αναβαθμίζεται. Δεν είναι τυχαίο ότι οι Ρώσοι αισθάνθηκαν τόσο ασφαλείς στην περιοχή της Οσετίας, που επέλεξαν εκεί το 1784 να θεμελιώσουν μια πόλη, η οποία έγινε το ορμητήριό τους για να κατακτήσουν τους άλλους λαούς. Και την πόλη αυτή την ονόμασαν Βλαντικαβκάζ, δηλαδή «κυβερνήτης του Καυκάσου»!

🔎Οι νότιες φυλές των Οσετών ήταν επί χρόνια υποτελείς στα διάφορα γεωργιανά βασίλεια. Όπως ήδη αναφέραμε, η επικοινωνία μεταξύ των δύο πλευρών ήταν πολύ αραιή, αλλά πύκνωσε μετά το 1799, όταν και κατασκευάστηκε ένας δρόμος που περνούσε μέσα από τα βουνά. Το όνομα του δρόμου στα επίσημα ρωσικά αρχεία ήταν «Γεωργιανός Στρατιωτικός Δρόμος», άρα είναι και φανερή η χρησιμότητά του: Να επιτρέπει στα ρωσικά στρατεύματα να φτάνουν πιο εύκολα στη Γεωργία. Πράγματι, μόλις δύο χρόνια αργότερα από το άνοιγμα αυτού του δρόμου, η Ρωσία υπέταξε το βασικότερο γεωργιανό βασίλειο, άρα και την περιοχή της νότιας Οσετίας.

🔎Για τους άλλους λαούς οι Οσέτες ήταν «πράκτορες», για τους Ρώσους όμως ήταν «μπσεγκτά λάγιαλεμ», δηλαδή «πάντα πιστοί»! Και τους αντάμειψαν με ευρεία μορφή αυτονομίας, που κράτησε πάνω από έναν αιώνα, μέχρι την Σοβιετική Επανάσταση. Οι Οσέτες, που περνούσαν σχετικά καλά με τον τσάρο, δεν είδαν με καλό μάτι τους μπολσεβίκους, αντιστάθηκαν, αλλά μόνοι όπως ήταν δεν μπόρεσαν βεβαίως να αποτρέψουν τις όποιες εξελίξεις.

🔎Το «διαμέρισμα» της Οσετίας ήταν μία από τις επτά διοικητικές περιοχές της «Ορεινής Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας». Ήταν ένα πρώιμο σοβιετικό πείραμα, να ενώσουν όλους τους λαούς της περιοχής σε μία ενιαία διοικητική μονάδα. Σύντομα οι διαφορές μεταξύ των λαών αποδείχτηκαν αγεφύρωτες. Οπότε η σοβιετική διοίκηση από τα μέσα της δεκαετίας του 1920 χώρισε την περιοχή του Καυκάσου σε μικρές «αυτόνομες δημοκρατίες», ανάλογα με τους λαούς που ζούσαν εκεί. Αυτές οι «δημοκρατίες», όμως, λειτουργούσαν στην ουσία σαν διοικητικές μονάδες της Ρωσίας.

🔎Το νότιο τμήμα της Οσετίας έγινε, επίσης, αυτόνομο τμήμα της σοβιετικής δημοκρατίας της Γεωργίας. Οι Ρώσοι αντάμειψαν τους Οσέτες για την υποστήριξή τους, αλλά τους αρνήθηκαν το σπουδαιότερο: την ένωσή τους σε μια ενιαία διοικητική μονάδα, όπως οι ίδιοι ζητούσαν. Αυτός που αρνήθηκε, για να μην χάσει έδαφος η ιδιαίτερη πατρίδα του, ήταν ο τότε διορισμένος από τον Λένιν «λαϊκός κομισάριος για τις εθνότητες», ο Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Τζουγκασβίλι, που έμεινε γνωστός ως Στάλιν.

🔎Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι Οσέτες ήταν οι μοναδικοί στην περιοχή του Καυκάσου που δεν αλληθώρισαν προς τους ναζί, στοχεύοντας βέβαια στη δική τους ελευθερία. Κάτι τέτοιο έγινε με πολλούς άλλους μουσουλμανικούς λαούς. Το Βλαντικαβκάζ άντεξε στη γερμανική πολιορκία και δεν έπεσε, αν και όλη η άλλη περιοχή της Οσετίας βρέθηκε υπό ναζιστική κατοχή. Όπως αποδείχτηκε από τα επίσημα έγγραφα, οι ναζί το έφεραν βαρέως που οι "Άριοι" Οσέτες δεν τους υποστήριξαν και έμειναν πιστοί στους Ρώσους.

🔎Όταν εκδιώχτηκαν οι Γερμανοί, ο Στάλιν πήρε την εκδίκησή του: Το 1944 διέταξε τη βίαια μεταφορά όλων των μουσουλμανικών λαών της περιοχής στην κεντρική Ασία! Μόνο οι χριστιανοί πιστοί Οσέτες γλύτωσαν, κι αυτοί όχι καθ’ ολοκληρία. Η φυλή των Ντιγκόρ, που είχαν επί αιώνες ασπαστεί το ισλάμ, είχε κι αυτή την ίδια τύχη. Εκατοντάδες χιλιάδες ξεκληρίστηκαν σε πορείες και ταξίδια θανάτου στις άνυδρες στέπες του Καζακστάν και του Ουζμπεκιστάν. Επέστρεψαν στον τόπο τους μετά το θάνατο του Στάλιν και την «απο-σταλινοποίηση» του Χρουτσόφ.

🔎Το 1944, πάντως, η Οσετία… μεγάλωσε γεωγραφικά. Αφού είχαν «μεταφερθεί» βίαια όλοι οι μουσουλμάνοι κάτοικοι, η σοβιετική ηγεσία αποφάσισε να «δώσει» στη δημοκρατία της Βόρειας Οσετίας την περιοχή Πριγκορόντνι, στην οποία από αιώνες κατοικούσαν μουσουλμάνοι Ινγκούσιοι. Τα σύνορα αυτά παραμένουν έτσι μέχρι σήμερα. Το 1984 άνοιξε και το Ρόκι Τούνελ, που τρύπησε τα βουνά του Καυκάσου κι έφερε πιο κοντά τις δύο περιοχές.

🔎Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης οι Οσέτες βρέθηκαν με πολλά μέτωπα. Οι Ινγκούσιοι ζήτησαν πίσω την περιοχή Πριγκορόντνι και, καθώς είχαν αναθαρρήσει από την μουσουλμανική επιρροή στην περιοχή, έφτασαν να διεκδικούν μέχρι και το ίδιο το Βλαντικαβκάζ. Στο νότο, η Γεωργία που είχε γίνει στο μεταξύ ανεξάρτητο κράτος αισθανόταν άβολα με τους δικούς της Οσέτες, τους οποίους θεωρούσε ουσιαστικά Ρώσους.

🔎Το 1990 το ανώτατο Σοβιέτ της Γεωργίας κατάργησε την αυτονομία της Νότιας Οσετίας και την επόμενη μέρα οι Οσέτες ανακήρυξαν μονομερώς την ανεξαρτησία τους. Την ίδια περίοδο οι Οσέτες του βορρά πέτυχαν να ονομάζεται η περιοχή τους «Βόρεια Οσετία-Αλάνια», να μπει δηλαδή στο χάρτη και το όνομα που χρησιμοποιούν οι ίδιοι για λογαριασμό τους.

🔎(Αθλητική παρένθεση: Σχεδόν κανείς δεν το θυμάται σήμερα, αλλά η Αλάνια Βλαντικαφκάζ, η ποδοσφαιρική ομάδα της περιοχής, ήταν πολύ σημαντική δύναμη στα πρώτα χρόνια ύπαρξης του αυτόνομου σοβιετικού πρωταθλήματος. Κατέκτησε και το πρωτάθλημα το 1995, η μοναδική ομάδα από το νότο που το’ χει καταφέρει).

🔎Βλέποντας την ρωσική υποστήριξη στην Οσετία, οι Γεωργιανοί προσπάθησαν να εφαρμόσουν διαφορετικές λύσεις για να συνυπάρξουν με τους Οσέτες (αλλά και τους Αμπχάζιους στα βορειοδυτικά του κράτους τους). Μια συμφωνία αυτονομίας υπογράφηκε το 1995, αλλά και πάλι χάλασε το 2002. Η περιοχή ήταν στην ουσία ανεξέλεγκτη, με την ρωσική επιρροή να γίνεται όλο και μεγαλύτερη, παρά την παρουσία «ειρηνευτικής» στρατιωτικής δύναμης, η οποία τυπικά αποτελούνταν σε ίσα μέρη από Γεωργιανούς και Ρώσους (οσετικής καταγωγής οι περισσότεροι), αλλά στην ουσία δρούσε ως στρατός προστασίας των ρωσικών συμφερόντων.

🔎Ο ανοιχτός πόλεμος ξέσπασε την 1η Αυγούστου 2008. Οι Γεωργιανοί αποφάσισαν να επιβληθούν με τη βία στους Οσέτες, αλλά υπολόγισαν λάθος ότι οι Ρώσοι πέρα από ηθική υποστήριξη δεν θα κουνηθούν. Το αντίθετο συνέβη. Επενέβη ο ρωσικός στρατός. Και ο πόλεμος κράτησε μόλις μία εβδομάδα. Τα ρωσικά στρατεύματα καθάρισαν την περιοχή από τους Γεωργιανούς και η περιοχή ανακηρύχτηκε «ανεξάρτητη» Δημοκρατίας της Νότιας Οσετίας.

🔎Αυτό το ιδιότυπο καθεστώς ισχύει μέχρι σήμερα. Η Νότια Οσετία έχει φτάσει στο σημείο να αναγνωρίζεται ως ανεξάρτητο κράτος από πέντε χώρες-μέλη του ΟΗΕ: Ρωσία, Βενεζουέλα, Νικαράγουα, Συρία και Ναούρου. Δηλαδή από χώρες που δηλώνουν φανατικά φιλορωσικές. Οι Γεωργιανοί και η δύση (και ο ΟΗΕ βεβαίως) δεν αναγνωρίζουν τίποτα, θεωρούν την περιοχή «αναπόσπαστο» τμήμα της Γεωργίας. Το 2016 έγινε μια πρόταση για δημοψήφισμα, με το οποίοι οι κάτοικοι της Νότιας Οσετίας θα αποφάσιζαν αν θα ήθελαν να «ενωθούν» με τη Ρωσία, αλλά παραμένει στα χαρτιά. Η Νότια Οσετία έστειλε μέχρι και εθελοντές για να βοηθήσει τη Ρωσία στην εισβολή της στην Ουκρανία.

🔎Το βόρειο κομμάτι της Οσετίας συγκλονίστηκε το 2004 από το μακελειό του Μπεσλάν. Την 1η Σεπτεμβρίου Τσετσένοι τρομοκράτες εισέβαλαν σ’ ένα σχολείο της μικρής αυτής πόλης (30 χλμ. από το Βλαντικαβκάζ απέχει) και κράτησαν σε ομηρία εκατοντάδες ανθρώπους, ανάμεσά τους μικρούς μαθητές του σχολείου. Η επιχείρηση διάσωσής τους από τις ρωσικές αρχές κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία: Οι τρομοκράτες μεν σκοτώθηκαν, αλλά πήραν μαζί τους 334 ψυχές, από τις οποίες 186 παιδιά.

🔎Εκεί αναδείχτηκε και το μεγαλείο του Γιάννη Κανίδη, του ελληνικής καταγωγής δασκάλου που θυσίασε τη ζωή του για τα παιδιά του Μπεσλάν. Στα 74 του χρόνια τότε ο γυμναστής του σχολείου, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τα παιδιά που υπέφεραν επί μέρες την δίψα, την πείνα και την αγωνία, και εκτελέστηκε από τους τρομοκράτες. Του απονεμήθηκε μεταθανάτια το μετάλλιο για την προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων από τη ρωσική κυβέρνηση.

🔎Οι ποντιακής καταγωγής Έλληνες που βρέθηκαν στην περιοχή του βόρειου Καυκάσου είναι σχετικά λίγοι. Οι περισσότεροι εγκαταστάθηκαν είτε στα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, είτε πιο βόρεια, στην περιοχή του Σταβροπόλ. Κάποιοι, βέβαια, πήγαν και στο Βλαντικαβκάζ (όπως η οικογένεια του ολυμπιονίκη μας Θεόδωρου Τσελίδη), όπως και στο Γκρόζνι της Τσετσενίας, όπου υπήρχαν ακμαίες βιομηχανίες. Το 2008 στη Νότια Οσετία υπήρχαν μόλις έξι οικογένειες ελληνικής καταγωγής.

Το πιο πυκνοκατοικημένο μέρος του πλανήτη και το σύνορο που χαράχτηκε από τα… ψάρια!

  Η φωτογραφία δεν είναι μοντάζ. Το νησάκι που βλέπετε υπάρχει στ’ αλήθεια. Τι νησάκι, νησίδα, με έκταση ούτε 2.000 τετραγωνικά μέτρα. Και π...